«Φθινοπωρινός Πόνος»: μία τουρκική «συγγνώμη» για τα Σεπτεμβριανά?

contentsegment_10104981w232_h250_r0_p0_s1_v1jpg

Σκηνές από την ταινία

Στην Πόλη θα ξαναπάω στις αρχές Απρίλη, όπως σου είπα. Επομένως αργώ ακόμη να γράψω για νέες προτάσεις, που θα έχω να σου κάνω άμα τη επιστροφή μου. Ετσι, θα σου μιλήσω σήμερα για μία  τουρκική ταινία «ελληνικού» ενδιαφέροντος. Αν και είχα διαβάσει σε ξένα έντυπα γι’αυτήν, σήμερα τα «Νέα» είχαν ολοκληρωμένο ρεπορτάζ με ανταπόκριση της Αννας Ανδρέου από την Πόλη (βλ. εδώ).  Αν την προλάβω στους κωνσταντινουπολίτικους κινηματογράφους, στις αρχές Απρίλη, θα πάω να την δω. Θέλω να την παρακολουθήσω στο «φυσικό» της περιβάλλον και να «μετρήσω» αντιδράσεις από τους νέους τούρκους που φαίνεται να θέλουν να ξεφύγουν από το κακό παρελθόν του  κράτους τους. Ας μην καταλαβαίνω τα τουρκικά εύκολα, κάποια στιγμή θα έρθει μεταγλωττισμένη και στην Ελλάδα. Μιλάω για την ταινία «Φθινοπωρινός Πόνος» (τίτλος στα τουρκικά: «Güz Sancisi») της σκηνοθέτιδας Τομρίς Γκιριτλίογλου (Tomris Giritlioğlu), με σενάριο βασισμένο στο βιβλίο του τούρκου συγγραφέα Γιλμάζ Καράκογιουνλου (Yilmaz Karakoyunlu) που διαπραγματεύεται, με διάθεση συγγνώμης εκ μέρους της τουρκικής διανόησης,  τα θλιβερά γεγονότα των Σεπτεμβριανών και το πογκρόμ σε βάρος της ομογένειας. Ο συγγραφέας γεννήθηκε το 1936 στην Κωνσταντινούπολη.  Το βιβλίο του «Φθινοπωρινός Πόνος»  πήρε το Α’ βραβείο της Ένωσης Τούρκων Συγγραφέων το 1992 και κυκλοφόρησε το 1998 στην Ελλάδα από τις Εκδόσεις Τσουκάτου (σε μετάφραση Λιάνας Μυστακίδου).

Το στόρυ: «η ταινία εστιάζει στον έρωτα του Μπαχτσέ για την Έλενα, μια πόρνη Ρωμιά η οποία ζει με την παραμάνα της στο Πέρα. Τα βράδια ο Μπαχτσέ την παρακολουθεί από το παράθυρό του. Είναι εθνικιστής και ετοιμάζεται να παντρευτεί την κόρη του προέδρου της κοινότητας «η Κύπρος είναι τουρκική». Ο Μπαχτσέ επικρίνει τον καλύτερο φίλο του Σουάτ, ο οποίος είναι αριστερός και βλέπει από άλλη σκοπιά το Κυπριακό. Ετοιμάζει ακόμη και τη λίστα με τους αριστερούς της Νομικής Σχολής, στην οποία φοιτά όπως ακριβώς του ζήτησε ο μέλλων πεθερός του. Αποφεύγει να εντάξει το όνομα του καλύτερου φίλου του, αλλά όταν ο μέλλων πεθερός του το προσθέτει στη λίστα ο Μπαχτσέ δεν βγάζει άχνα. Η σύγκρουση με τον εαυτό του αρχίζει, όταν βλέπει τον Σουάτ να ξυλοκοπείται μέχρι θανάτου από τους γνωστούς-αγνώστους μπροστά στα μάτια του. Ούτε και τότε, όμως, αντιδρά. Δεν καταφέρνει να αντιδράσει ούτε και όταν μια ομάδα εθνικιστών διαδηλωτών επιτίθεται στην αγαπημένη του Έλενα. Ο έρωτάς τους κορυφώνεται την ημέρα των μεγάλων λεηλασιών. Εκείνη τη μέρα ο Μπαχτσέ επιτέλους αναλαμβάνει δράση. Τα βάζει με τους λαφυραγωγούς φίλους του. Είναι όμως πια πολύ αργά«.

Τα κίνητρα: «κατά τα Σεπτεμβριανά, τα γεγονότα της 6ης και 7ης Σεπτεμβρίου 1955 στην Κωνσταντινούπολη εναντίον των Ρωμιών, ο Γιλμάζ Καράκογιουνλου ήταν 19 ετών, φοιτητής. «Ήμουν μάρτυρας των γεγονότων και με επηρέασαν βαθιά. Έγραψα αυτά που είδα…», λέει ο Τούρκος συγγραφέας, ο οποίος διετέλεσε μάλιστα και υπουργός της κυβέρνησης του Μπουλέντ Ετζεβίτ. Εκείνη την ημέρα ο Γιλμάζ Καράκογιουνλου ήταν στην οδό Μεσρουτιγέτ του Πέρα, μπροστά από τα ξενοδοχεία «Μπριστόλ» και «Λόντρα». Άκουσε φασαρία και έτρεξε προς την Ιστικλάλ. Εκεί είδε τις βιαιότητες να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια του και έφριξε. Ψυγεία έπεφταν από τον πέμπτο όροφο. Λεηλασίες στα καταστήματα. Ένας 16χρονος νέος χτυπούσε με ένα ξύλο μια γυναίκα. Σήμερα αυτός ο 16χρονος θα είναι 70 ετών και θέλει να τον ρωτήσει: «Μα δεν ντρέπεσαι;»«.

afis1

Η αφίσα της ταινίας

Οι αντιδράσεις: «έπειτα από 54 χρόνια οι Τούρκοι αρθρογράφοι συμφωνούν ότι τα Σεπτεμβριανά ήταν μία από τις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας τους. «Υπάρχουν τόσες κακοφωνίες για τις οποίες το τουρκικό κράτος οφείλει να ζητήσει συγγνώμη. Η ταινία αυτή ανοίγει την πόρτα…», σχολιάζει ο Ουγούρ Βαρντάν της «Ραντικάλ». Οι αίθουσες του σινεμά που προβάλλουν την ταινία γεμίζουν. Τούρκοι, Ρωμιοί, Αρμένιοι παρακολουθούν την ταινία και φεύγουν με βουρκωμένα μάτια. «Ντροπή», ψελλίζουν οι πιο πολλοί. Όσο για τους εθνικιστές, δεν αντέδρασαν καθόλου«.

Το site της ταινίας, εδώ, για να δεις και σκηνές και να ακούσεις και τη μουσική του Tamer Çiray.

Παρουσίαση της ταινίας, εδώ και  εδώ («Ιδιωτική Οδός»), όπου θα δείς και αποκλειστική φωτογραφία από τα γυρίσματα της ταινίας στα στενά της Πόλης,  και εδώ («Στον ίσκιο του Ησκιου»). Σχολιασμός των ιστορικών ανεπαρκειών της ταινίας από το TVXS, εδώ. Συνέντευξη της σκηνοθέτιδας στον Στέλιο Κούλογλου, εδώ.

Υπάρχει και fun club στο Facebook (εδώ), πράγμα που δείχνει και την κάποια αλλαγή νοοτροπίας, παρά τον εθνικισμό των άμυαλων.

Και μία παρουσίαση της ταινίας, στα τουρκικά, από την εφημερίδα Taraf και τον Markar Esayan (εδώ).

Update: εδώ ο αντίλογος για την ταινία…

~ από Ταξιδιώτης στο 7 Φεβρουαρίου, 2009.

5 Σχόλια to “«Φθινοπωρινός Πόνος»: μία τουρκική «συγγνώμη» για τα Σεπτεμβριανά?”

  1. Είναι βέβαιο ότι το έργο είναι μία «συγγνώμη» εκ μέρους των Τούρκων και όχι προσπάθεια άμβλυνσης των εντυπώσεων, αποδίδοντας το πογκρόμ στον δήθεν εξοργισμένο όχλο και όχι στο «βαθύ κράτος» της Τουρκίας;
    Και πώς ζητάς «συγγνώμη» από έναν λαό, που τον παρουσιάζεις κλέφτη και κακόπιστο, τις δε γυναίκες πόρνες, που τις εκδίδουν οι ίδιες τους οι μάνες;

  2. Προαφνώς αναφέρεσαι στο σημερινό δημοσίευμα του «Πρώτου Θέματος», όπου υπάρχει και ο αντίλογος στην «καλή» πλευρά της ταινίας. Δεκτές οι αντιρρήσεις, όμως έστω κι έτσι ξανανοίγει το ζήτημα, και μόνο που τίθεται το θέμα του πογκρόμ ξανά. Υπάρχουν κάποιοι τούρκοι πανεπιστημιακοί (βλ. D. Guven) που έχουν τολμήσει να αναδείξουν το ρόλο του κράτους στην υπόθεση αυτή.

  3. Βλ. εδώ: https://eistinpolin.wordpress.com/2009/02/03/dilekguven/

  4. Συνέντευξη του εκδότη της «Α» Μιχάλη Βασιλειάδη στην ελληνική έκδοση του περιοδικού κινηματογράφου»Planet Cinema», με την ευκαιρία της προβολής της ταινίας «Πληγές του Φθινοπώρου» στην Ελλάδα:

    Η ταινία της Τομρίς Γκιριτλίογλου «Πληγές του Φθινοπώρου», η οποία
    αναφέρεται στα ζοφερά γεγονότα του Σεπτέμβρη του ’55, σάρωσε τα ταμεία στις κινηματογραφικές αίθουσες της Τουρκίας. Περιμένατε η ταινία να σημειώσει τέτοια επιτυχία και πού πιστεύετε την οφείλει;
    Το ‘σάρωσε τα ταμεία’ μάλλον υπερβολικό μου φαίνεται. Απλά ‘στάθηκε αξιοπρεπώς’ θα έλεγα. Έβγαλε τα έξοδα της και το ‘κάτι
    παραπάνω’. Η επιτυχία της οφείλεται στο ‘είδος του θεατή’ που
    προσέλκυσε. Πήγαν κυρίως νέοι οι οποίοι άκουσαν για πρώτη φορά για
    τα γεγονότα αυτά το 2005, όταν με την ευκαιρία των 50 χρόνων και την κυκλοφορία του βιβλίου της Ντιλέκ Γκιουβέν (διδακτορική μελέτη για τα ‘Σεπτεμβριανά’ του ’55), πραγματοποιήθηκε η έκθεση των φωτογραφιών που προβάλλονται στο τέλος της ταινίας. Κάποιοι αμετανόητοι, – σήμερα κατηγορούμενοι στην δίκη της παρακρατικής οργάνωσης «Εργκενεκόν» οι περισσότεροι- επιτέθηκαν τότε στην έκθεση για να την καταστρέψουν. Πήγαν όμως να δουν την ταινία
    και κάποιοι οι οποίοι γνώριζαν καλά το τι συνέβη τότε –πολλοί
    συμμετείχαν ‘ενεργά’- αλλά για 50 χρόνια δεν μίλησε κανείς τους,
    με την ελπίδα ότι η λήθη θα σκεπάσει τη ντροπή, όπως και με την
    άλλη ντροπιαστική σελίδα, αυτή του 1915 με τους Αρμένιους.

    Ποιες ήταν οι αντιδράσεις των Τούρκων θεατών; Ήρθαν αντιμέ-
    τωποι με μία πραγματικότητα την οποία όμως αγνοούσαν;
    Μετά την έκθεση του 2005 η ‘ομερτά’ που επέβαλλε σιωπή έσπασε. Κάτι γράφτηκε, κάτι ακούστηκε… Κυκλοφόρησε και το βιβλίο
    της Ντιλέκ Γκιουβέν μαζί με τον τόμο που περιείχε τις φωτογραφίες
    της έκθεσης, οι οποίες ήταν και οι αδιάψευστοι μάρτυρες. Τα βιβλία
    όμως δεν τα διαβάζουν και πολλοί. Έτσι με την ταινία έγιναν γνωστά
    όλα αυτά σε ένα ευρύτερο, ευήκοο όμως κοινό. Όσοι δεν θέλουν να παραδεχτούν την αλήθεια επιμένουν να κρατούν κλειστά μάτια και
    αφτιά. Ενδιαφέρον, κατά τη γνώμη μου, παρουσιάζει όχι η αντίδραση
    αυτών που είδαν την ταινία, αλλά αυτών που ενοχλήθηκαν από την
    προβολή της. Δεν τόλμησαν να αντιδράσουν, σε μια εποχή που
    βρίσκεται σε εξέλιξη η δίκη ’Εργκενεκόν’. Η ταινία πυροδότησε και μία σειρά δημοσιευμάτων…

    Πώς αντιμετώπισε ο τουρκικός τύπος την
    ταινία;
    Ναι! Μετά από την ‘αποκοτιά’ μια γυναίκας, η οποία τόλμησε να
    κάνει αυτό που επί 54 χρόνια δεν τολμούσε κανείς, και όταν είδαν ότι δεν την ‘λιντσάρισαν’, εδέησαν να ασχοληθούν με το θέμα –το οποίο είχε γίνει και της μόδας. Κατά τη γνώμη μου, όλοι αυτοί που γνώριζαν, όμως σιωπούσαν, είναι επίσης υπεύθυνοι για τα θλιβερά αποτελέσματα των ‘Σεπτεμβριανών’ που ώθησαν στον αφανισμό τον Ελληνισμό της Πόλης.

    Εσείς είδατε την ταινία αλλά όμως ζήσατε και εκείνες τις δύο
    εφιαλτικές μέρες του Σεπτεμβρίου. Κατά πόσο τα γεγονότα που περιγράφει η σκηνοθέτις συμπίπτουν με αυτά που εσείς βιώσατε;

    Ένα απειροελάχιστο ποσοστό, το οποίο όμως είναι αρκετό για να σοκάρει. Το τι αισθάνεται κανείς όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα φριχτό τέλος δεν περιγράφεται. Ή μάλλον, αυτοί που διαβάζουν την περιγραφή δεν έχουν τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις για να το
    κατανοήσουν. Κάποια πράγματα βιώνονται, δεν περιγράφονται. Να
    σημειωθεί ότι, εκείνοι που έβλεπαν τα οργισμένα πλήθη να σπάνουν
    πόρτες και να εισβάλλουν στα σπίτια τους κραδαίνοντας ρόπαλα και
    τσεκούρια δεν γνώριζαν φυσικά ότι υπήρχε αυστηρή εντολή να μην
    υπάρξουν νεκροί ή τραυματίες. Η εντολή ήταν να δημιουργηθεί βεβαιότητα στις μειονότητες ότι εάν δεν εγκαταλείψουν τη χώρα τούς
    περιμένει πογκρόμ. Το σλόγκαν που χρησιμοποιούσαν ήταν «σύντομα θα επιστρέψουμε, μη σας βρούμε εδώ γιατί θα πεθάνετε». Αυτά και πολλά άλλα δεν υπάρχουν φυσικά στην ταινία.

    Εντοπίσατε κάποιες ιστορικές ανακρίβειες;
    Υπάρχει ανακρίβεια, δεν γνωρίζω όμως εάν είναι εσκεμμένη. Η
    σκηνοθέτις δεν κάνει ντοκιουμαντέρ, περιγράφει μια ιστορία αγάπης και χρησιμοποιεί ως χρόνο τον Σεπτέμβρη του ’55. Η πολιτική
    κατάσταση στην οποία παρουσιάζει τη χώρα, είναι μια κατάσταση
    που δημιουργήθηκε δεκαετίες μετά. Π.χ. η σύγκρουση δεξιάς και αρι-
    στεράς θυμίζει ’70-‘90. Οι οργανωμένοι τραμπούκοι της εθνικιστικής δεξιάς υπήρχαν μέχρι πρότινος (ας θυμηθούμε τον αείμνηστο Χρανρ Ντινκ) και υπάρχουν ίσως ακόμα σε κατάσταση ‘λούφας και παραλλαγής’. Ίσως η σκηνοθέτις να έκανε εσκεμμένα τον ετεροχρονισμό με στόχο να ασκήσει κριτική σε σημερινές καταστάσεις.

    Πολλοί είναι αυτοί που διατείνονται ότι η προσέγγιση των γεγονότων είναι επιφανειακή καθώς σε πρώτο «πλάνο» βρίσκεται ο έρωτας ενός Τούρκου με μια Ρωμιά. Εσείς συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
    Ισχύουν αυτά που λεω παραπάνω. Η προσέγγιση των γεγονότων
    είναι ‘βαθιά’ όσο θα επέτρεπε η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της χώρας,
    αλλά και ο προϋπολογισμός που κατόρθωσε να εξασφαλίσει η παρα-
    γωγός και σκηνοθέτις. Ας μην τα περιμένουμε όλα τέλια, όταν δεν πρόκειται παρά για μια πρώτη –και φυσικά φοβισμένη- προσέγγιση των
    γεγονότων αυτών. Ας ακολουθήσουν άλλοι που πιστεύουν ότι ‘μπο-
    ρούν καλύτερα’.

    Πώς κρίνετε το γεγονός ότι για μία ακόμη φορά η Ρωμιά παρουσιάζεται ως «ελαφρών ηθών»;
    Αυτό είναι πρόβλημα του συγγραφέα και όχι της ταινίας. Ο κ.
    Καρακογιουνλού φαίνεται ότι έχει κάποια… απωθημένα με πόρνες
    από τη μειονότητα! Και σε άλλο βιβλίο του ακολουθεί το ίδιο μοτίβο. Την εποχή που κυκλοφόρησε το βιβλίο εξέδιδα την εφημερίδα
    «Επτάλοφος» στην Αθήνα. Από τις στήλες της επισημάναμε τις
    αδυναμίες. Ο Ηρακλής Μήλλας σε άρθρο του, υπογράμμισε ότι δεν
    πρόκειται για κριτική σ’ αυτούς που προγραμμάτισαν και εκτέλεσαν το απάνθρωπο σχέδιο, αλλά προσπάθεια να δείξει ότι υπήρχαν και ‘καλοί Τούρκοι’ που προστάτευσαν του Ρωμιούς. Η δική μου θέση εί-
    ναι ότι κανένας Τούρκος δεν προστάτεψε κανένα Ρωμιό. Υπήρξε
    βέβαια ο Αχμέτ, ο Μεχμέτ… που προστάτεψε τον Γιώργο, τον__
    Κώστα… όμως το έκανε διότι ήταν φίλοι του. Κανείς δεν ύψωσε φωνή
    να πει ότι «και οι Ρωμιοί, όσο και εμείς, έχουν δικαίωμα να ζουν σ’αυτά τα χώματα». Δυστυχώς ούτε και σήμερα ακούγεται αυτή η αλήθεια. Στο βιβλίο και κατ’ επέκταση στην ταινία υπάρχουν αυτοί οι Τούρκοι που προστάτεψαν τους φίλους τους, δεν υπάρχουν όμως –
    παραδόξως- εκείνοι που κατέστρεφαν και λεηλατούσαν. Όσο για ‘τη μικρή και αθώα’ πόρνη που την εκδίδει η γιαγιά της… δε λεω, σ’ όλες τις κοινωνίες μπορεί να υπάρχουν τέτοια φαινόμενα, όμως σίγουρα δεν πρόκειται για αντιπροσωπευτικό δείγμα της Πολίτικης Ρωμαίϊκής κοινωνίας. Και επειδή δεν υπάρχουν άλλοι Ρωμιοί στην ταινία, στο θεατή μένουν λανθασμένες εντυπώσεις. Είναι απαράδεκτο. Θα έπρεπε να υπάρχει τουλάχιστον και άλλος χαρακτήρας Ρωμιού, αντιπροσωπευτικός της κοινωνίας μας. Πάντως θα πρέπει να αναγνωριστεί στην Τομρίς Γκιριτλίογλου ότι άγγιξε ένα «τόσο ευαίσθητο θέμα»… Σίγουρα. Το επισημάναμε και
    παραπάνω.

    Ήσασταν 15 ετών στα Σεπτεμβριανά. Τι είδε και τι έζησε ο τότε έφηβος Μιχάλης Βασιλειάδης;
    Ήταν καλοκαίρι, κλειστά τα σχολεία κι εργαζόμουν. Τούρκοι μαγαζάτορες, φίλοι, μάς συνέστησαν να κλείσουμε και να φύγουμε. Δεν μας είπαν καθαρά τον λόγο ενώ πολλοί ήξεραν. Στο δρόμο υπήρχαν
    παράξενοι άνθρωποι που βρίσκονταν σε αναμονή. Ανέβηκα στο
    Πέρα και διαπίστωσα πόσο κρίσιμη ήταν η κατάσταση. Οι άνθρωποι
    δεν μπορούσαν να συγκρατηθούν και άρχισαν νωρίτερα να σπάνε.
    Ήταν φοβερό. Μπήκα σε πίσω δρόμους κι έφθασα στο σπίτι μου με
    δυσκολία. Ο θυρωρός μας, ο Αχμέτ εφέντης, μ’έσπρωξε να μπω γρήγορα μέσα…. «Τρέχα Μιχαλάκη» μου είπε, «Ήρθες ακριβώς στην
    ώρα. Κάνε γρήγορα. Μπες στην πολυκατοικία, πριν φθάσουν τα πλή-
    θη». Μόλις μπήκα, έκλεισε την πόρτα. Οι ορδές είχαν ήδη φθάσει,
    και σταμάτησαν μπροστά στο σπίτι. Ο Αχμέτ εφέντης, κρατώντας στο
    ένα του χέρι την τουρκική σημαία, φώναξε: «Στη δική μας πολυκα-
    τοικία δεν υπάρχει γκιαούρης. Συνεχίστε παρακάτω». Εκείνοι κα-
    τευθύνθηκαν προς τις άλλες πολυκατοικίες. Μόλις απομακρύνθη-
    καν, ο Αχμέτ Εφέντης άφησε τη σημαία, έπιασε το ρόπαλο και την αξίνα του κι έτρεξε κι εκείνος να πάρει μέρος στις καταστροφές και λεηλασίες. Το ‘ανθρωπιστικό’ του καθήκον το είχε κάνει! Είχε σώσει εμάς. Τώρα εκτελούσε και το εθνικό του καθήκον! Στα μάτια εκείνου, εμείς ήμασταν η κυρία Κατερίνα και ο Μιχαλάκης. Ήμασταν φίλοι του, δεν ήμασταν απλά Ρωμιοί. Άλλοι ήταν οι Ρωμιοί που είχε κατά νου. Αυτοί για τους οποίους του είχαν ‘μιλήσει’ στο τζαμί. Ενώ εμάς μας έσωσε, δεν είχε κανένα ενδοιασμό να σπάσει και να λεηλατήσει τα μαγαζιά των άλλων.

    Τι έχετε επιλέξει να θυμάστε αλλά και τι έχετε διαγράψει από τη
    μνήμη σας, από εκείνες τις ημέρες;
    Τίποτα δεν διαγράφεται. Είναι όλα ανεξίτηλα χαλκευμένα στις
    μνήμες…

    Πιστεύετε ότι μία ταινία μπορεί να «διδάξει» ιστορία;
    Όχι βέβαια. Μπορεί όμως να ανοίξει την όρεξη για να ψάξει
    κανείς την αλήθεια, κι αυτό ακριβώς είναι το ό,τι θετικό προσφέρει
    η ταινία.__

  5. […] “Πληγές του Φθινοπώρου”: δες τις αναρτήσεις μου, εδώ και […]

Σχολιάστε